- έπος
- Εκτεταμένο ποίημα, το οποίο μέσω της εξιστόρησης είτε ηρωικών πράξεων μυθολογικών ή πραγματικών προσώπων είτε υπερφυσικών γεγονότων εκφράζει, σε ύφος υψηλό, τη βαθύτερη σημασία που έχει η ιστορία μιας κοινότητας ανθρώπων και της δίνει συνείδηση του μεγαλείου της. Το έ. αντλεί σχεδόν πάντα τη θεματολογία του από κάποιο θρυλικό παρελθόν, ανανεωμένο και εμπλουτισμένο με τα δεδομένα της εποχής που γράφεται, γιατί αποτελεί τη ζωντανή μνήμη του γένους, της φυλής ή του λαού, και μέσα από αυτήν οι νεότεροι συνδέονται με τους πιο απόμακρους προγόνους τους. Σχετικά με τη γένεση του έ. έχουν διατυπωθεί αρκετές αμφισβητήσεις και έριδες, καθώς ορισμένοι ρομαντικοί θέλησαν να το εκλάβουν ως άμεση έκφραση μιας αδιαφοροποίητης λαϊκής φωνής. Στην πραγματικότητα, όμως, φαίνεται πως τα έ. είναι έργα γραφέων, ιερέων ή ραψωδών, οι οποίοι στην αρχή τα συνέθεσαν για να τραγουδιούνται ή να απαγγέλλονται.
Τα έ. της Ανατολής, Γκιλγκαμές, Μαχαμπαράτα και Ραμαγιάνα, αποτελούν μέρος του πνευματικού θησαυρού της ανθρωπότητας, ωστόσο το πρότυπο της επικής λογοτεχνίας το έδωσε η Ελλάδα στη Δύση. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια (που αποδίδονται στον Όμηρο, 8ος αι. π.Χ.), η επική ποίηση του Ησίοδου (Έργα και ημέραι, Θεογονία, 8ος αι. π.Χ.), είναι γεμάτα μύθους που εξακολουθούν να γονιμοποιούν την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., ο Αντίμαχος ο Κολοφώνιος επανέφερε την παράδοση του μακρού ποιήματος με τη Θηβαΐδα του. Τον ακολούθησε ο Απολλώνιος ο Ρόδιος (3ος αι. π.Χ.) με τα Αργοναυτικά του· σε αυτόν αντιπαρατάσσεται ο Καλλίμαχος από την Αλεξάνδρεια που συνέθεσε σύντομα επικά ποιήματα, περισσότερο εκλεπτυσμένα.
Το ελληνικό παράδειγμα ακολούθησε και το λατινικό έ. που και αυτό εμπνεύστηκε από πρωτότυπους μύθους· ευκαιριακά έργα συγγράφονταν προκειμένου να εξάψουν το εθνικό φρόνημα. Η λατινική επική ποίηση είχε αρχικά δύο όψεις: μυθική, για το μέρος που αφορούσε την καταγωγή της πόλης, και ιστορική, για το μέρος που εξυμνούσε πραγματικά πρόσωπα της ρωμαϊκής ιστορίας· το αρχικό αυτό σχήμα απαντά, για παράδειγμα, στον Έννιο (3ος αι. π.Χ.). Η ομορφιά της Αινειάδας του Βιργίλιου (1ος αι. π.Χ.) έγκειται περισσότερο στον λυρισμό της, στον εσωτερικό της παλμό παρά στην επική της πραγματικότητα. Όσο για τη Φαρσαλία του Λουκανού (1ος αι. μ.Χ.), που αφηγείται τον εμφύλιο πόλεμο όπου ήταν αντιμέτωποι ο Ιούλιος Καίσαρας και ο Πομπήιος, προσεγγίζει περισσότερο τη σύγχρονη ιστοριογραφία.
Οι αναστατώσεις στην Ευρώπη, από τον 4o έως τον 10o αι., ανανέωσαν ριζικά το επικό υπόστρωμα της ηπείρου, καθώς όλοι οι βαρβαρικοί λαοί που αναμείχθηκαν με τον ρωμαϊκό κόσμο έφερναν μαζί τους ηρωικούς μύθους εξαιρετικά γόνιμους (άσματα της Έδα, Beowulf). Οι μύθοι και οι παραδόσεις αυτές επρόκειτο να συγχωνευτούν αργότερα με τα αφηγήματα της Μεσογείου. Έτσι, γύρω στην αυλή του Καρλομάγνου γεννήθηκε το Άσμα του Ρολάνδου και τα chansons de geste του Μεσαίωνα, εκφράσεις των ιδανικών του ιπποτισμού, που τότε βρισκόταν στα σπάργανα. Στη Γερμανία παρουσιάστηκαν, αντίστοιχα, οι πρώτες καταγραφές των Νιμπελούνγκεν, που πλέουν μέσα σε έναν κόσμο βίας, νεραϊδομαγείας και ηρωισμού. Στην Ισπανία, ο Σιντ (12ος αι.) αποτέλεσε θερμό πανηγυρισμό της επανακατάκτησης. Όσο αναπτυσσόταν ο πολιτισμός, το έ. άλλαζε φύση: ενώ μέχρι τον 12o αι. ήταν κυρίως πολεμικό, αργότερα άρχισε να αντλεί τα θέματά του από τις ερωτικές σχέσεις και τις περιπέτειες και μηχανεύτηκε το πάθος, όπως μαρτυρεί ο βρετονικός κύκλος, πραγματική πηγή έμπνευσης για μια ολόκληρη μυθιστορηματική λογοτεχνία. Αυτός ο βρετονικός κύκλος άσκησε εξαιρετική επίδραση στη δυτική ευαισθησία και καθόρισε για πολύ καιρό τη θέση της ποιητικής φαντασίας στον πνευματικό πολιτισμό της Γαλλίας και γενικότερα της Δύσης.
Κοινό χαρακτηριστικό σε όλα τα πρωτόγονα έ. –σχεδόν κάθε χώρα έχει το έ. της– είναι ότι εκφράζουν τις δύσκολες ή τις προνομιούχες, τις ευτυχισμένες ή τις καταστροφικές σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι με τους θεούς ή με τις υπερφυσικές δυνάμεις. Από τον 13o αι. εμφανίστηκε το καλλιεργημένο, το λόγιο έ., που αντί να εκφράζει τα μεγάλα θέματα της ομαδικής μνήμης μαρτυρεί τις επιθυμίες και τις επιδιώξεις που γεννά η ανεπτυγμένη κοινωνία: η Θεία Κωμωδία του Δάντη, ο Μαινόμενος Ορλάνδος του Αριόστο, Οι Λουσιάδες του Καμόενς, Η Φρανσιάντ (1572) του Ρονσάρ, δεν αντλούν την έμπνευσή τους από τα βάθη του παρελθόντος, αλλά προσπαθούν μάλλον να συναγωνιστούν τα μεγάλα παλιά πρότυπα συνθέτοντας νέες επικές περιπετειώδεις ιστορίες· αφετηρία τους είναι οι γνώσεις και οι πολιτιστικές επιδράσεις της εποχής τους. Γεμάτα ηρωικό ή παροδικό λυρισμό, αυτά τα έργα έχουν χαρακτήρα κοσμολογικό, προβάλλουν μια γενική εικόνα της ανθρώπινης ιστορίας.
Εκτός από τον Χαμένο παράδεισο (1667) του Μίλτον, που εμπνέεται από μια γνήσια και ακέραια χριστιανική πίστη, η εποχή αυτή, η οποία μοναδικό μέτρο έχει τον άνθρωπο ως ξεχωριστή μονάδα, δεν δείχνει επικές τάσεις και εμπνεύσεις. Toν 18o αι. η Ανριάντ –Ερρικιάδα– του Βολτέρου φάνηκε ανούσια. Στη Γερμανία, ύστερα από τον Μεσσία (1748-73) του Φρίντριχ Κλόπστοκ, που εμπνέεται από μυστικισμό, ο Γκέτε επιχείρησε να μεταφέρει το έ. σε αστικά πλαίσια με το Χέρμαν και Δωροθέα (1797). Μόνο ο ρομαντισμός αποκατέστησε τους μύθους του έ. στη συνείδηση της λογοτεχνικής ευαισθησίας. Η ανάσταση αυτή συμβάδισε με το γεγονός ότι άρχισαν να ανακαλύπτουν ξανά την ιστορία, να προβάλλουν, μέσα από τη γερμανική ποίηση και φιλοσοφία, το γίγνεσθαι, που είναι ο έσχατος νόμος κάθε υπαρκτού. Ο Σατομπριάν με τους Μάρτυρές του (1809), πεζό έ., ο Λαμαρτίνος με την Πτώση ενός αγγέλου (1838), ο Ουγκό με τον Θρύλο των αιώνων (1859) ανανέωσαν το έ., ανακαλώντας εποχές ξεχασμένες, ενώ ο Βάγκνερ, επιστρέφοντας στις παραμυθένιες εικόνες των πρωτόγονων μύθων, προσέφερε στη νεότερη Γερμανία τους υποδειγματικούς ήρωες των παλιών γερμανικών φύλων.
Λογοτεχνικά, το έ. πέθανε με τον ρομαντισμό, καθώς τον 20ό αι. η πολιτική και οι ιδεολογίες εξαφάνισαν τις μυθολογίες, ενώ η ανάπτυξη των άλλων λογοτεχνικών ειδών διέλυσε και διαφοροποίησε το επικό αίσθημα. Ωστόσο, μπορεί κανείς να θεωρεί τον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις έ. οποιουδήποτε ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο. Όμως, οι μεγάλες περιπέτειες του ανθρώπινου γένους μένουν πάντα κτήμα αναπαλλοτρίωτο του πνευματικού μας πολιτισμού. Ο κινηματογράφος, ο πιο άμεσα προσιτός στα πλήθη, ο πιο ικανός επίσης να ζωντανεύει τα πάθη, έμελλε να αντικαταστήσει τη λογοτεχνία: Ο Ιβάν ο τρομερός, οι Νιμπελούνγκεν και τα γουέστερν, το μοντέρνο αυτό έ., μαζί με πολλές άλλες ταινίες, έδειξαν πως η μαγεία της εικόνας προσφέρει απάντηση στην ανάγκη ηρωισμού, τις οποίες αντανάκλαση αποτελούσε για αιώνες το έ.
Σκηνή μάχης από την περσική «Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου», ενδεικτική της φήμης των κατορθωμάτων του Μακεδόνα στρατηλάτη.
Σκηνή μάχης από έκδοση (19ου αι.) της «Μαχαμπαράτα», ενός από τα κυριότερα έργα της ινδικής επικής ποίησης.
Μικρογραφία από χειρόγραφο του 15ου αι. του «Ρενό ντε Μοτομπάν», από τα γνωστότερα γαλλικά επικά ποιήματα (chanson de geste), τα οποία εξυμνούσαν τα κατορθώματα των ιπποτών κατά των απίστων (Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι).
Προμετωπίδα από τον «Καρχηδονιακό πόλεμο» του Ρωμαίου επικού ποιητή Σίλιου Ιταλικού, σε έκδοση του 12ου αι.
* * *το (AM ἔπος)1. εκτεταμένη ποιητική σύνθεση που καθρεφτίζει τη ζωή και τα ιδανικά μιας ολόκληρης κοινωνίας και εξυμνεί ηρωικά κατορθώματα2. πληθ. τα έπηεπικά ποιήματα σε δακτυλικούς εξάμετρους στίχουςνεοελλ.1. σειρά ηρωικών πράξεων ή κατορθωμάτων («το έπος τής Αλβανίας»)2. φρ. «αμ’ έπος αμ’ έργον» — μόλις τό ‘πε, τό ‘κανε κιόλαςαρχ.1. λέξη, έκφραση («ἀλλ’ ἔπους σμικροῦ χάριν φυγάς σφιν ἔξω πτωχὸς ἠλώμην», Σοφ)2. διήγηση, ομιλία («ἀκούοντες ἔπεα θνητῶν», Ομ. Ιλ.)3. σπουδαίος λόγος («στεῡται γάρ τι ἔπος ἐρέειν κορυθαίολος Ἕκτωρ», Ομ. Ιλ.)4. υπόσχεση («τελεῑν ἔπος», Ξεν.)5. επίκαιρος λόγος,συμβουλή6. λόγος που προέρχεται από θεία έμπνευση, χρησμός, προφητεία («καί μοι ἔπος ἔμπεσε θυμῷ μάντηος ἀλαοῡ», Ομ. Οδ.)7. λέξη σε αντιδιαστολή με το έργο («ἔπεα ἀκράαντα» — λόγια χωρίς αποτέλεσμα, Ομ. Οδ.)8. έννοια, ουσία, υπόθεση λόγου («νῡν δὲ ἔπος ἐρέων πάλιν ἄγγελος εἶμ’ Ἀχιλῆι», Ομ. Ιλ.)9. ρητό, παροιμία, απόφθεγμα («τοῡτ’ ἄρ’ ἐκεῑν’ ἧν τοὔπος ἀληθῶς», Αριστοφ.)10. φήμη («καὶ μὴν τά γ’ ἄλλα κωφὰ καὶ παλαί’ ἔπη», Σοφ.)11. απαίτηση, επιθυμία («οὐκ ἔστ’ οὐδὲ ἔοικε τεὸν ἔπος ἀρνήσασθαι», Ομ. Ιλ.)12. ποιητικός στίχος («μαρτυρέει δέ μοι τῇ γνώμῃ καὶ Ὁμήρου ἔπος ἐν Ὀδυσσείῃ», Ηρόδ.)13. σύνολο στίχων14. (σε πεζό κείμενο) σειρά, αράδα («τῷ τε πλήθει τῶν λεγομένων οὐκ ἐπιτιμησόντων οὐδ’ ἥν μυρίων ἐπῶν ᾖ τὸ μῆκος», Ισοκρ.)15. (για ζωγράφο) σύνθεση εικόνας («τήν... μάχην ἐν οὐδ’ ὅλοις ἑπτὰ ἔπεσι παραδραμόντος», Λουκιαν.)16. φρ. α) «κατ’ ἔπος» — λέξη προς λέξηβ) «οὐδὲν πρὸς ἔπος» — για κανέναν σκοπόγ) «ὡς ἔπος εἰπεῑν» ή «ὡς εἰπεῑν ἔπος» — για να πω με συντομίαδ) «ἑνὶ ἔπει» — με μια λέξη, σύντομα.[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έπος (διαλεκτ. Fέπος) ταυτίζεται με αρχ. ινδ. vacas-, αβεστ. vačah- και ανάγεται σε ΙE *wekw-os < ΙE ρίζα *wekw- «λέγω, μιλώ». Απαντά στον Όμηρο προκειμένου να δηλώσει τα λόγια, παράλληλα προς το μύθος που δηλώνει το περιεχόμενο των λόγων. Στην Ιων.-Αττική σημαίνει «λέξη» —αντιτιθέμενο στο έργον— και χρησιμοποιείται σε ορισμένες πάγιες εκφράσεις, όπως έπος ειπείν «για να μιλήσω έτσι, όπως λένε κ.λπ.». Στην επική ποίηση, εξάλλου, απαντά πληθ. έπεα. Η λ. εμφανίζεται ως β’ συνθετικό με τη μορφή -επής σε 36 αρχαία σύνθεταπρβλ. αισχροεπής, ακριτοεπής, αληθοεπής, αμαρτοεπής, αμετροεπής, αμευσιεπής, ανεπής, απτοεπής, αριστοεπής, αρτιεπής, αφαμαρτοεπής, βραχυεπής, δεινοεπής, ευεπής, ευθυεπής, ευρησιεπής, ηδυεπής, ημιεπής, ησιεπής, θελξιεπής, θεοεπής, θερσιεπής, ισοεπής, ισχνοεπής, καλλιεπής, κομψοεπής, παντοεπής, παυροεπής, περισσοεπής, πολυεπής, ταυτοεπής, τερψιεπής, χρηστοεπής, ψευδοεπής, ωκυεπής. Στην ίδια ρίζα *wekw- ανάγεται και ο αόρ. είπον, επικ. έειπον, απρμφ. ειπείν, από τον οποίο προήλθε υστερογενώς ο ιων. αόρ. α΄ είπα. Στους αορίστους αυτούς αντιστοιχούν οι ενεστώτες λέγω, φημί, αγορεύω, μέλλ. ερώ και παρακμ. είρηκα. Το έειπον, που συνδέεται επακριβώς με αρχ. ινδ. ά-vocam, προήλθε από *e-wenkw-om, θεματ. αόρ. με αναδιπλασιασμό. Δηλ. *ε-Fε-Fπ-ον> *ε-Fε-ιπ-ον, με ανομοίωση του β’ -F- σε -ι-> έ-ειπ-πον> είπον. Υπάρχουν, εξάλλου, και ονοματικοί τ. με ετεροιωμένη βαθμίδα ρίζαςπρβλ. αιτ. όπα (ονομ. *όψ < *Fοπ-ς), όσσα < *ότια < *Foτ-yă, εν-οπή, ενώ στην Αρχαία Ινδική απαντά αθέμ. ενεστ. vak-ti «μιλάει, λέει»].
Dictionary of Greek. 2013.